ΛΥΣΤΕ blog ➤ Οι κοινωνικές αντιδράσεις για τον βιασμό και την ανθρωποκτονία της Ελένης, της φοιτήτριας που βιάστηκε και δολοφονήθηκε με απίστευτη βαναυσότητα σε ελληνικό νησί, είναι πολύ έντονες.
Αν και ως ερευνήτρια οφείλω να κρατήσω αποστάσεις, σεβόμενη κυρίως το γεγονός ότι η δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη και παρόλο που πολλές φορές έχω γράψει -και το πιστεύω- ότι η θέση των νέων ανθρώπων δεν είναι πίσω από τα κάγκελα, η συγκεκριμένη υπόθεση έχει μία πρωτοφανή βαναυσότητα για τα ελληνικά εγκληματολογικά και ποινικά χρονικά που οφείλει να μας αφυπνίσει όλες και όλους ως ενεργά μέλη της κοινωνίας. Να προβληματιστούμε για το τι συνέβη σε αυτή την υπόθεση -προτού φτάσουμε στο έγκλημα- και πώς θα προλάβουμε τόσο ακραίες εγκληματικές ενέργειες, με απώτερο στόχο την προστασία της ανηλικότητας και της νεότητας.
Η υπόθεση αυτή μας κρούει πολλά καμπανάκια, που οφείλουμε να ακούσουμε εγκαίρως.
Η Ελένη βασανίστηκε και πέθανε μόνη, αβοήθητη, ανυπεράσπιστη, νιώθοντας σίγουρα φρικτά, όσο πιο φρικτά μπορεί να νιώσει μία γυναίκα όταν της “κλέβουν” το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, στην ελπίδα, στην ίδια τη ζωή. Ασφαλώς τις ποινικές ευθύνες σε κάθε κατηγορούμενο δεν θα τις αποδώσουμε εμείς, αλλά τα αρμόδια δικαστήρια. Εμείς όμως, ως ενεργοί πολίτες, φέρουμε ευθύνη στο να περάσουμε κοινωνικά μηνύματα κυρίως κατά της βίας και ερευνητικά οφείλουμε να δώσουμε κάποιες απαντήσεις και να καταθέσουμε συγκεκριμένες προτάσεις.
Σε ανθρώπινο επίπεδο αισθάνομαι την ανάγκη να ενώσω τη φωνή μου με όλους τους συμπολίτες μου (που πιστεύω ότι είναι και γυναίκες αλλά και άντρες) οι οποίοι θέλουν να περάσουν το πιο δυνατό κοινωνικό μήνυμα “Καμία Ελένη λιγότερη”!
Θέλω να ενώσω τη φωνή μου και με τους γονείς της Ελένης που μας διδάσκουν αξιοπρέπεια. Με τους γονείς της που είναι υποχρεωμένοι να αντικρίζουν τους κατηγορούμενους και να ακούνε λεπτομέρειες ενός διπλού εγκλήματος -του βιασμού και της ανθρωποκτονίας της κόρης τους- που κανένας γονιός δεν μπορεί να αντέξει, δεν μπορεί να δεχτεί ότι έχει συμβεί στο ίδιο του το παιδί και δεν μπορεί να συγχωρέσει στον εαυτό του (ακόμα κι αν γνωρίζει ότι δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα) ότι δεν ήταν κοντά του για να το προστατεύσει από τα χέρια που το βασάνισαν.
Με αυτό τον τον πατέρα που, όπως διαβάζω στο αστυνομικό ρεπορτάζ, σε ένα διάλειμμα της δίκης πλησίασε τους γονείς των κατηγορουμένων και τους έδωσε το χέρι. Αλλά και με αυτήν τη μάνα που κατέρρευσε στη δικαστική αίθουσα, από τον πόνο ψυχής.
Αναρωτιέμαι τι μπορούμε να πούμε ως κοινωνία σε αυτούς τους γονείς; Τι μπορούμε να τους πούμε ως δάσκαλοι, ως επιστήμονες, ως ενεργοί πολίτες; Τίποτα. Αποτύχαμε όλοι. Το μόνο που μπορούμε και οφείλουμε να κάνουμε είναι να τους στηρίξουμε σε αυτές τις πολύ σκληρές στιγμές.
Είναι αξιοσημείωτο ότι δύο νέοι άνθρωποι, στην πιο όμορφη περίοδο της ζωής τους όπου οι νέοι ερωτεύονται, ονειρεύονται, σχεδιάζουν το μέλλον τους, θέτουν στόχους, φέρεται να σκότωσαν με τον πιο ειδεχθή τρόπο μία κοπέλα που εκλιπαρούσε για τη ζωή της, “κουρελιάζοντάς” την, αφαιρώντας της την αξιοπρέπεια και βασανίζοντάς την μέχρι να αφήσει την τελευταία της πνοή μέσα στη θάλασσα, σαν να ήταν ένα άψυχο αντικείμενο. Αυτή η απάνθρωπη προσέγγιση του γυναικείου φύλου, η παντελής έλλειψη ορίων και σεβασμού στη γυναικεία υπόσταση, η απάθεια στον ανθρώπινο πόνο και η πλήρης απαξίωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και στην “κατασκευή” δολοφόνων σε πολύ νεαρές ηλικίες. Γι’ αυτό επιμένω ότι πρέπει να προβληματιστούμε για συμπεριφορές που υιοθετούνται σε βάρος γυναικών και αποκαλύπτονται όταν πια το έγκλημα έχει διαπραχθεί, σε αρκετές περιπτώσεις μετά από πολλά χρονιά κακοποίησης.
Επίσης, θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή και σε ορισμένα περιστατικά νεανικής παραβατικότητας που έχουν λάβει χώρα στο πλαίσιο του σύγχρονου σχολείου και έχουν δει το φως το δημοσιότητας, τα οποία κατά την άποψή μου κρούουν (ή τουλάχιστον οφείλουν να κρούσουν) τον κώδωνα του κινδύνου στην επιστημονική κοινότητα όσον αφορά την ενίσχυση της πρόληψης της νεανικής παραβατικότητας, ξεκινώντας από το σχολείο.
“Καμία Ελένη λιγότερη”! Κανένα κορίτσι και καμία γυναίκα απροστάτευτη και έρμαιο στα χέρια των βασανιστών της! είναι το μήνυμά μας.
Για να επιτευχθεί όμως αυτό πρέπει να δράσουμε άμεσα και αποτελεσματικά. Να μιλήσουμε στα παιδιά μας για υψηλές αξίες, όπως είναι η έννοια του σεβασμού, να σταματήσουμε άμεσα και έμμεσα να περνάμε μηνύματα υπέρ της βίας, να κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις από την επιστημονική κοινότητα για την πρόληψη της νεανικής παραβατικότητας, να ενταθούν οι εκστρατείες ενημέρωσης κατά της βίας και να περάσουμε -ως γονείς και ως εκπαιδευτικοί- ένα πολύ σημαντικό μήνυμα στα νέα παιδιά που πλέον κάνουν γνωριμίες και μέσω των social media, ότι υπάρχουν κίνδυνοι όταν βγαίνουν με άτομα με τα οποία δεν έχουν κανένα κοινό γνωστό και δεν γνωρίζουν τίποτα για το παρελθόν τους, για τη ζωή τους κ.λπ. Επομένως, είναι σκόπιμο να φέρνουν σε επαφή με το φιλικό τους περιβάλλον τα άτομα που γνωρίζουν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εάν αποφασίσουν να συνεχίσουν και εκτός διαδικτύου -στον πραγματικό κόσμο- τη σχέση και σίγουρα οι πρώτες συναντήσεις με παντελώς άγνωστά τους άτομα να μη λαμβάνουν χώρα σε ερημικές τοποθεσίες και χωρίς να έχουν ενημερώσει φίλους για το πού βρίσκονται. Μπορεί σε εμάς να φαίνονται αυτονόητα όλα τα παραπάνω, αλλά για έναν νέο άνθρωπο στα 17,18, 19, που διψά για ζωή και για να αποκτήσει όμορφες εμπειρίες, ασφαλώς και δεν είναι αυτονόητα.
Συνοψίζοντας, αναμφίβολα θα ήταν ουτοπικό να πιστέψουμε ότι το έγκλημα θα “εκριζωθεί” από τις ανθρώπινες κοινωνίες. Δυστυχώς, “έγκλημα και κοινωνία” είναι δύο έννοιες απολύτως συνυφασμένες μεταξύ τους. Ωστόσο, ειδικά η εξέταση υποθέσεων που αφορούν τη νεανική παραβατικότητα δίνουν τη δυνατότητα
-ερευνητικά- να εξάγουμε ορισμένα συμπεράσματα, να τολμήσουμε κάποιες προβλέψεις και να προτείνουμε τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων πρόληψης και έγκαιρης παρέμβασης.
Τέλος, λόγω του ότι δεν θέλω να μιλώ με μη ρεαλιστικούς όρους, σε όλες τις υποθέσεις, ακόμα και σε υποθέσεις ειδεχθών εγκλημάτων που προκαλούν έντονες κοινωνικές αντιδράσεις, ο νομικός μας πολιτισμός ορίζει ότι εφόσον εκτίσει ο κατηγορούμενος την ποινή που θα του επιβληθεί από τα αρμόδια δικαστήρια (εν προκειμένω ο δρόμος είναι μακρύς, αφού ακόμα η υπόθεση εκδικάζεται σε πρώτο βαθμό) θα επανενταχθεί στην κοινωνία. Αυτή είναι η νομική πραγματικότητα. Συνεπώς, η έμφαση πρέπει να δοθεί στην πρόληψη και στην μη επαναληψιμότητα τόσο ειδεχθών πράξεων που δυστυχώς “ανοίγουν” νέα ακόμα πιο σκληρά “κεφάλαια” στο εγκληματικό φαινόμενο και να εξετάσουμε εάν και με ποιον τρόπο όσοι βρίσκονται στις φυλακές προετοιμάζονται, τελικά, για την κοινωνική τους επανένταξη.
Η Ελένη έγινε “σύμβολο” για την ελληνική κοινωνία, γιατί “θυσιάστηκε” στον βωμό μίας βίας την οποία ως κοινωνία οφείλουμε να τερματίσουμε.
Πηγή ➤ aggelikikardara.wordpress.com
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου