Η απίστευτα θλιβερή ιστορία ενός πατέρα 4 παιδιών που ζυγίζει 400 κιλά, και ζει στη Κομοτηνή...(Φωτό).

elas-lyste.blogspot

Καθηλωμένος στο κρεβάτι - Διηγείται πως τον πέταξαν από τα νοσοκομεία όταν έφυγαν οι κάμερες!

Ο Σερίφ Σιαχίν ζει καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι εδώ και επτά χρόνια σε ένα ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο με γκρεμισμένο τοίχο, για να μπορέσει να βγει σε ώρα ανάγκης. Ο Σερίφ ζυγίζει σχεδόν μισό τόνο.

Ο Σερίφ Σιαχίν είναι 51 χρονών και ζει στον Ήφαιστο της Ροδόπης. Η τοπική κοινωνία της Κομοτηνής τον γνωρίζει και η περίπτωσή του έχει γίνει συχνά θέμα στα μέσα της περιοχής. Ο Σερίφ είναι πατέρας τεσσάρων μεγάλων παιδιών και παππούς μιας ντουζίνας μικρότερων που κινούνται τριγύρω του ασταμάτητα κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά ο ίδιος δεν μπορεί πια να συμμετέχει στις δραστηριότητές τους, δεν μπορεί καν να ζήσει όπως ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Τα τελευταία επτά χρόνια ζει καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι και βασίζεται πάνω τους για κάθε του ανάγκη, φυλακισμένος στο ίδιο του το σώμα. Ο Σερίφ ζυγίζει σχεδόν μισό τόνο και είναι αδύνατο να αυτοεξυπηρετηθεί. Δεν μπορεί να περπατήσει, απαιτεί 24ωρη περιποίηση σαν τα μωρά, τα ρούχα που φοράει ράβονται επάνω του –αφού το νούμερό του δεν κυκλοφορεί πουθενά στην αγορά– και το κρεβάτι στο οποίο είναι μόνιμα ξαπλωμένος αντικαταστάθηκε πρόσφατα με μια ειδική κατασκευή με ενίσχυση σιδήρου για να αντέξει τα κυβικά του.

«Ζω σε μια φυλακή» λέει και εξηγεί πως σταδιακά, την τελευταία εικοσαετία, έβαζε όλο και περισσότερα κιλά, φτάνοντας πια σε μια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Αυτήν τη στιγμή ζει σε ένα ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο στο οποίο έχουν ρίξει τον τοίχο για να μπορεί να βγει σε περίπτωση ανάγκης και το μόνο του στήριγμα είναι η οικογένειά του, που τον φροντίζει με κάθε τρόπο. «Περνούν έναν Γολγοθά» λέει. «Με πλένουν, με ταΐζουν, φροντίζουν τις πληγές των κατακλίσεων, μου αλλάζουν πάνα επτά φορές την ημέρα». Ο ίδιος δεν μπορεί να τους προσφέρει σχεδόν τίποτα. Η αναπηρική του σύνταξη για αρκετό καιρό επανεξεταζόταν και ακόμα και τα βασικά αγαθά στο σπίτι είχαν γίνει πολυτέλεια. «Ευτυχώς που την ξαναπήρα» λέει «γιατί είναι το μόνο που μπορώ να κάνω γι’ αυτούς».


Οι προσπάθειες για μια ριζική αλλαγή στο θέμα των κιλών του έχουν αποβεί άκαρπες, ενώ ο ίδιος λέει με παράπονο ότι οι Αρχές θα έπρεπε να δουν με άλλα μάτια τη σοβαρή κατάσταση που αντιμετωπίζει. «Στην Αθήνα, πάντως, δεν μπόρεσαν να μου κάνουν τίποτα» προσθέτει.

Η περίπτωσή του έφτασε μέσω του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής στο Νοσοκομείο της Κωνσταντινούπολης και για κάποιο διάστημα τον περιέθαλψαν, δίνοντάς του ελπίδες ότι μπορεί και να καταφέρει να ξαναστηθεί στα πόδια του. Σε διάρκεια δύο μηνών έχασε κάποια κιλά, αλλά δεν άντεξε μακριά από το σπίτι του και ζήτησε να επιστρέψει, χωρίς να ολοκληρώσει το πρόγραμμά του.

Στην τοπική εφημερίδα «Ο Χρόνος» εκμυστηρεύθηκε ότι οι συνθήκες στο τουρκικό νοσοκομείο ήταν τριτοκοσμικές κι έκλαιγε μέρα-νύχτα για να επιστρέψει στην Ελλάδα, ότι κατά τη μεταφορά του σε μηχάνημα για εξετάσεις τού έσπασαν το πόδι και ότι και κάποιες επεμβάσεις που του είχαν υποσχεθεί ήταν λόγια του αέρα. Πάνω στο πρόβλημά του είχε στηθεί μια επικοινωνιακή φιέστα από τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, με δηλώσεις ακόμα και του αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης και ολόκληρο σόου με ασθενοφόρα με σειρήνες που ούρλιαζαν, κλιμάκια γιατρών και ελικόπτερα που ξεσήκωσαν την περιοχή. Ο Σερίφ τα βάζει με όλους: με το νοσοκομείο της Κομοτηνής που δεν τον δέχεται για νοσηλεία επειδή δεν έχει κρεβάτι που να μπορεί να τον φιλοξενήσει. Παρ’ όλα αυτά, έχει νοσηλευθεί στο νοσοκομείο για ένα διήμερο στο παρελθόν, όταν υπήρξε ανάγκη, και είχε μάλιστα ανακοινώσει επισήμως ότι βρέθηκε στο πλευρό του, όποτε δέχθηκε επείγουσα κλήση.

Τα βάζει με όλους όσοι τον επισκέπτονται κατά καιρούς για τα ψηφαλάκια, για το ρεπορτάζ τους, πολλοί εκ των οποίων του έχουν τάξει πράγματα τα οποία δεν είδε ποτέ. «Ακόμα και βιβλιάριο μου δείξανε με λογαριασμό όπου μπαίνανε λεφτά για την περίπτωσή μου, αλλά δεν είδα ποτέ ούτε ένα λεπτό» λέει φανερά αγανακτισμένος. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στο σπίτι του τελευταία μπήκε ληστής και του έκλεψε το λάπτοπ, τον μόνο τρόπο που είχε να συνδέεται με τον έξω κόσμο. Το χειρότερο ήταν ότι ενώ ήταν ξύπνιος κι έβλεπε τον κλέφτη, δεν μπορούσε να αντιδράσει. Η τηλεόραση στο δωμάτιο είναι από καιρό χαλασμένη και τα λεφτά του δεν φτάνουν ούτε για τα φάρμακα. Για να αγοράσει καινούργια, ούτε λόγος. «Τάζουν, τάζουν ένα σωρό πράγματα από τα κανάλια που έρχονται, αλλά όλοι σε ξεχνάνε με το που σβήσουν οι κάμερες» λέει.

Ο Σερίφ Σιαχίν, για να αναπνέει, έχει ανάγκη από μηχάνημα οξυγόνου το οποίο λειτουργεί με ηλεκτρικό ρεύμα και ο μεγαλύτερος εφιάλτης του είναι να μην έχει λεφτά για να πληρώσει τη ΔΕΗ. Το άγχος για να επιβιώσει η οικογένειά του σε μια περιοχή που μαστίζεται από την ανεργία κάνει την ψυχολογική του κατάσταση ακόμα χειρότερη. Και αυτό μεταφράζεται σε ακόμα περισσότερα κιλά.

Φωτογραφίες από τη ζωή του πριν τον πάρει η κατηφόρα βρίσκονται απέναντί του, στον τοίχο της μικρής κάμαρας. Η θητεία στον στρατό, ο γάμος, τα παιδιά. Ευτυχισμένες στιγμές πριν καθηλωθεί σε ένα κρεβάτι και μάθει να συμβιώνει με υποστήριξη στην αναπνοή, πληγές στο σώμα, πόνους στη μέση και, το σημαντικότερο, την πληγωμένη του αξιοπρέπεια.

Πώς ξεκίνησε το θέμα σου Σερίφ;
Όταν υπηρέτησα τη θητεία μου ήμουν 70 κιλά. Ήμουν δεσμοφύλακας στις στρατιωτικές φυλακές της Καβάλας. Μόλις απολύθηκα απ’ τον στρατό, στα 26 μου, έπαθα ένα ατύχημα με τη μηχανή. Έμεινα περίπου οκτώ μήνες στο κρεβάτι με γύψο σχεδόν σε όλο μου το σώμα –από τη μέση και κάτω δηλαδή– και εκείνο το διάστημα ξεκίνησα σιγά-σιγά να βάζω κιλά. Στη συνέχεια η ιστορία εξελίχθηκε έτσι όπως είναι σήμερα, που δεν μπορώ να μετακινηθώ. Τώρα ζυγίζω πάνω από 380 κιλά.

Για ποιον λόγο το άφησες να κυλήσει;
Ήταν η αγυμνασιά μαζί με την ακινησία, το άγχος, όλα. Μετά, συνήλθα λίγο. Πήρα άλλο μηχανάκι και κυκλοφορούσα μ’ αυτό αριστερά-δεξιά, πήγαινα στο καφενείο, σε φίλους, στις δουλειές μου. Τώρα, εδώ και 7 χρόνια, δεν μπορώ να οδηγήσω μηχανή, ούτε να περπατήσω. Κοιτάζω μέρα-νύχτα τον τοίχο. Καλύτερα να ήμουν στη φυλακή, παρά σε αυτή την κατάσταση που βρίσκομαι τώρα. Μόνο εγώ ξέρω τι τραβάω σ’ αυτό το δωματιάκι. Είναι πολύ δύσκολη η περίπτωσή μου. Ο Θεός να μη δώσει σε κανέναν τέτοιο κακό.

Τι πιστεύεις ότι ήταν αυτό που σε εμπόδισε να βάλεις ξανά σε τάξη τα πράγματα στη ζωή σου για να ζήσεις πιο ανθρώπινα;
Πολύ καλή ερώτηση. Στα πρώτα εκείνα χρόνια, όταν ήταν να κάνω μια επέμβαση, μου ζήτησαν κάποιο ποσό. Εγώ δεν είχα αυτά τα λεφτά κι έτσι το άφησα. Αργότερα βγήκα στα κανάλια και είπα το πρόβλημά μου. Με ανέλαβε, μέσα από την εκπομπή της μια γνωστή παρουσιάστρια. Μου μιλήσανε για επέμβαση σε νοσοκομείο στην Αθήνα κι εγώ χάρηκα με την ψυχή μου. Με πήγε στο νοσοκομείο με τους δημοσιογράφους της και τις κάμερες. Μου λέγανε ότι όλα θα πάνε καλά και θα μπει σε μια τάξη το θέμα μου. Μόλις φύγανε οι κάμερες, οι γιατροί με έστειλαν πίσω στον τόπο μου. Μετά από αυτό, τους παίρναμε τηλέφωνο, αλλά κανείς δεν το σήκωνε. Παίχτηκε η εκπομπή και όλα ξεχάστηκαν. Απογοητεύτηκα ακόμα περισσότερο. Και παρόλο που μου έχουν τάξει πολλά κατά καιρούς, δημοσιογράφοι και πολιτικοί, μια βοήθεια δεν έχω δει από κανέναν.

Είναι αλήθεια ότι μάζευε κάποιος χρήματα για την περίπτωσή σου και δεν σ’ τα έδωσε ποτέ;
Όταν πήγα στην Αθήνα –πάνε χρόνια–, αυτή η κυρία είχε δίπλα της μια κοπέλα. Κάποια στιγμή λέει αυτή: «Μαζεύτηκαν κάποια χρήματα, θα τα βάλουμε σε ένα βιβλιάριο και θα σ’ τα φέρω». Την άλλη μέρα της λέω «δεν έχουμε χρήματα ούτε για ένα μπουκάλι νερό, φέρε μας 20 ευρώ για να περάσουμε τη μέρα μας εδώ στην Αθήνα» και μετά από αυτό εξαφανίστηκε. Ούτε ένα ευρώ δεν πήραμε. Και ούτε μία βοήθεια!


Εσύ έχεις τη θέληση να χάσεις κιλά; Γιατί αυτό απαιτεί τεράστιες θυσίες.
Και βέβαια την έχω. Έτσι είναι καλύτερα; Να περιμένω από τους άλλους να μου κάνουν τις δουλειές μου, να περιμένω πάντα τη βοήθεια κάποιου για να κάνω αυτό που χρειάζομαι; Πριν από έξι μήνες πήρα τηλέφωνο στο υπουργείο, μίλησα με τη γραμματέα του υπουργού, με τον υφυπουργό κ. Μπέζα και τη δική του γραμματέα και ακόμα δεν έχω πάρει απάντηση για το αν θα μου παράσχουν τη βοήθεια που τους ζήτησα, να με βάλουν, δηλαδή σε ένα νοσοκομείο. Εδώ, στην Κομοτηνή, δεν υπάρχει κρεβάτι στα κιλά μου, μου είπανε. Δεν μπορεί ο διοικητής του Νοσοκομείου Κομοτηνής να κάνει τίποτε για να υπάρξει μια λύση; Και ο ιδιώτης που μου παρείχε με ενοίκιο –125 ευρώ τον μήνα– το μηχάνημα για το οξυγόνο, ήρθε και μου το πήρε γιατί δεν μπορούσα να το πληρώσω. Δεκατέσσερα άτομα ζούμε με την αναπηρική σύνταξη που παίρνω, πού να πρωτοδώσεις; Είμαι χωρίς μηχάνημα εδώ και τρεις μέρες. Πήρα τηλέφωνο στον διοικητή του νοσοκομείου για να μου δώσουν από εκεί ένα μηχάνημα και να μη χρειάζεται να πληρώνω τόσα λεφτά τον μήνα και μου το έκλεισε στα μούτρα. Από την άλλη, χρωστάμε ρεύμα πάνω από έναν χρόνο κι έχει φτάσει το ποσό σχεδόν 2.500 ευρώ – περιμένουμε πότε θα μας το κόψουν κι αυτό.

Από το Νοσοκομείο της Κωνσταντινούπολης γιατί γύρισες τελικά;
Είμαι πολύ μεγάλος μαλάκας που γύρισα και με συγχωρείς για το «μαλάκας». Δεν μπορούσε να καθίσει η γυναίκα μου εκεί, είχαμε οικογενειακό θέμα. Οι άνθρωποι ήθελαν να με κάνουν καλά. Δεν θέλανε να μ’ αφήσουν να φύγω. Είχα χάσει εξήντα κιλά. Όταν ήρθα τελικά πίσω, άρχισα σιγά-σιγά να κάνω προσπάθειες με ένα καροτσάκι για να περπατήσω. Τώρα, έπεσα πάλι στο κρεβάτι και βλέπω το ταβάνι. Και, πραγματικά, δεν υπάρχει τίποτε με το οποίο να μπορώ να απασχολούμαι για να περνάει κάπως ο χρόνος μου. Και το λάπτοπ που μου έκλεψαν δεν αντικαταστάθηκε ποτέ. Ντουβάρια και ταβάνι τώρα.

Νιώθεις ότι σε εκμεταλλεύεται κόσμος στην κατάσταση που έχεις βρεθεί;
Έρχονται εκλογές τώρα κι ακόμα δεν έχει φανεί κανείς να αφήσει φυλλάδια. Ας έρθει και θα τα πούμε. Πάντως, αυτόν που θα με βοηθήσει έχω μεγάλο σόι για να τον ψηφίσει. Αλλά, πού είναι το κράτος να με βοηθήσει; Στο εξωτερικό έχω δει πως τους παχύσαρκους τους κάνουν καλά. Εδώ τους αφήνουν να σαπίζουν. Έχω υπηρετήσει 15 μήνες στον Ελληνικό Στρατό.

Η γυναίκα σου πώς αντεπεξέρχεται σε αυτή την ιστορία;
Η γυναίκα μου τυραννιέται συνέχεια. Όταν με βλέπει, συνέχεια τα μάτια της δακρύζουν. Κι εγώ τραβάω πολλά, αλλά αυτή τραβάει πολύ περισσότερα.

Σ’ αγαπάει ακόμα για να τα περνάει…
Βέβαια, μου δίνει και φιλάκι (γελάει).


Τον Ταϊφούν γιατί τον άφησες να πάρει την κάτω βόλτα;
Έγινε και αυτός όπως έγινε, τι να σου πω, ρε Μαρία; Τι να σου πω; Να έρθει ένας γιατρός να μας δει, να μας πει τι έχουμε, να το ξέρουμε κι εμείς. Εμείς εδώ δεν είμαστε ιατρείο, ούτε επιστήμονες.

Φίλους έχεις;
Όταν έβγαινα έξω και κυκλοφορούσα με τη μηχανή, είχα φίλους. Αλλά, όταν δεν έχεις κοινωνική ζωή –και λεφτά εννοείται–, ούτε συγγενείς έχεις, ούτε φίλους έχεις, όλοι σε ξεγράφουν.

Η βοήθειά σου ποια είναι;
Από τους δικούς μου ανθρώπους και μόνο. Η γειτονιά μάς λυπάται. Έχω μια γειτόνισσα, ακριβώς απέναντι από το σπίτι μου, που απ’ ό,τι φαγητό φτιάχνει, δίνει κι ένα πιάτο στη γυναίκα μου. Σ’ αυτό το σπίτι που μένουμε τώρα είμαστε 14 άτομα, κι ευτυχώς που είναι δικό μας.

Τι θα ήθελες ιδανικά να γίνει στο μέλλον;
Θέλω να μου πει κάποιος από πού προέρχεται όλο αυτό και τι μπορώ να κάνω για να σηκωθώ και να περπατήσω – δεν ζητάω να κερδίσω λαχείο αλλά να μπορώ να προστατεύω την οικογένειά μου που πεινάει. Κάποια στιγμή, το παιδί μου μού λέει: «Μπαμπά, να βγω να κλέψω; Τι να κάνω σ’ αυτή την κατάσταση που είμαστε;». Και του απαντάω: «Καθίστε καλά, ρε παιδιά, τι πράγματα ακούω; Πιο πολύ με στενοχωρείτε με όσα λέτε και αρρωσταίνω. Αντί να γίνομαι καλύτερα, γίνομαι χειρότερα. Γιατί να μη με πάρουν σε ένα νοσοκομείο ένα-δυο χρόνια, να με αναλάβουν ειδικοί και να γίνει κάτι; Έτσι, να κοιτάζω στο ταβάνι και να ταλαιπωρώ τους δικούς μου ανθρώπους… Μια μέρα έστειλα τον μικρό μου εγγονό να πάει να πάρει χάπια από το φαρμακείο, να τα πιω, να μην τους ταλαιπωρώ άλλο – τέτοια ήταν η τρέλα μου. Πήγε και ρώτησε τη γιαγιά του, ενώ του είπα να μην πει τίποτε. Έτσι, ούτε αυτό μπορώ να κάνω.

Εσένα ποια ήταν τα όνειρά σου; Τι ήθελες να κάνεις;
Τα όνειρα είναι πολλά. Θέλω να περπατήσω, πρώτα από όλα, να πάρω στην αγκαλιά μου τη γυναίκα μου, να βγω έξω, να πιω έναν καφέ, να γλεντήσω, να αγκαλιάσω τα εγγονάκια μου, να πάω κάπου να ψωνίσω και να έρθω με μια σακούλα πράγματα πίσω στο σπίτι. Να με δει η γυναίκα μου και να πει: «Α, μπράβο. Δουλεύει ο άντρας μου, μου έφερε πράγματα. Εγώ, τώρα, ένα ποτήρι νερό θέλω και φωνάζω στα παιδιά να μου το φέρουν».


Τι τρως στη διάρκεια της μέρας;
Σήμερα φάγαμε φακές. Γενικά, τρώμε πολλά όσπρια και μακαρόνια. Για κοτόπουλα και κρέας δεν μιλάω, γιατί με τα λίγα που έρχονται από τη σύνταξη, αυτά δεν τα βλέπουμε. Πρωινό δεν φάγαμε σήμερα, και φακές που βρήκαμε, δόξα τω Θεώ να λέμε.

Πηγή ➤ eirinika.g

Share on Google Plus

Unknown

"Περί ευθύνης: Τα άρθρα δεν αποτελούν απαραίτητα θέση της ομάδας του "elas.lyste.blogspot.gr". Αναρτούμε κάθε άρθρο που αποτελεί κατα την γνώμη μας ερέθισμα προς προβληματισμό και σκέψη. Tο elas-lyste.blogspot.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές, και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σας ευχαριστούμε για την επίσκεψη σας στο ιστολόγιο μας!
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου